Οι
ασθενείς με διαβήτη τύπου 1, χρειάζονται καθημερινά ινσουλίνη η οποία
δίνεται με ενέσεις, για να γίνεται ορθά η θεραπεία τους.Το
γεγονός αυτό αποτελεί ένα σημαντικό αρνητικό παράγοντα, που επηρεάζει την
ποιότητα ζωής τους.
Παράλληλα, σύμφωνα με τις οδηγίες που δίνονται σήμερα για τη διατροφή
των ασθενών με διαβήτη τύπου 1, πρέπει η διατροφή να διαφοροποιείται με
ορισμένους περιορισμούς με τρόπο τέτοιο που οι δόσεις της ινσουλίνης οι
οποίες δίνονται, να μπορούν να ελέγχουν τα επίπεδα της γλυκόζης μέσα στο
αίμα.
Το γεγονός αυτό αποτελεί ένα δεύτερο επιβαρυντικό παράγοντα για τους
διαβητικούς, διότι δεν μπορούν να τρωνε ότι θέλουν, ούτε σε ποσότητα αλλά
ούτε σε ποικιλία.
Το συνεπακόλουθο των πιο πάνω αρνητικών παραγόντων,
είναι ότι οι διαβητικοί νιώθουν πολύ περιορισμένοι, μειώνεται η
ποιότητα ζωής τους και συχνά αντιδρώντας, δεν κάνουν ορθά τη θεραπεία
τους.
Οι συνέπειες είναι η γλυκόζη στο αίμα να παραμένει ψηλή,
προκαλώντας έτσι μακροχρόνια σοβαρές βλάβες, σε πολλά όργανα και
ιστούς του οργανισμού. |
Πρέπει μάλιστα να σημειώσουμε ότι ο διαβήτης τύπου 1, πλήττει κυρίως
παιδιά και νεαρούς ενήλικες κάτω των 40 ετών.
Η καταπόνηση που προκαλεί η ανάγκη για καθημερινές ενέσεις ινσουλίνης
και οι περιορισμοί στη διατροφή, ιδιαίτερα σε άτομα νεαρής ηλικίας, είναι
ακόμη ένας λόγος για τον οποίο οι ασθενείς παραμελούν και δεν κάνουν ορθά
τη θεραπεία τους.
Ο κακός έλεγχος της γλυκόζης αίματος που υπάρχει στο διαβήτη, όταν
διατηρείται μακροχρόνια, μπορεί να οδηγήσει στην τύφλωση, στη νεφρική
ανεπάρκεια, σε ακρωτηριασμούς, σε έλκη, σε επαναλαμβανόμενες μολύνσεις,
ανδρική ανικανότητα και σεξουαλικά προβλήματα σε γυναίκες.
Μια νέα, πρωτοποριακή μέθοδος αντιμετώπισης του θέματος της ινσουλίνης
και της διατροφής, φαίνεται ότι μπορεί να αλλάξει με δραματικό τρόπο τη
ζωή των ασθενών με διαβήτη τύπου 1.
Η μέθοδος αναπτύχθηκε αρχικά στη Γερμανία. Τώρα γιατροί στην Αγγλία την
εφάρμοσαν με εξαιρετικά αποτελέσματα.
Η ιδέα της μεθόδου είναι απλή.
Ο ασθενής δικαιούται να τρωει ότι θέλει. Πρέπει όμως να προσαρμόζει
τις δόσεις και τη συχνότητα των ενέσεων της ινσουλίνης, σύμφωνα με τη
διατροφή που παίρνει.
Τα ψηλότερα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα που δημιουργούνται λόγω
διατροφής, θα πρέπει να ελέγχονται με ψηλότερες και συχνότερες δόσεις
ινσουλίνης. |
Οι ασθενείς πριν αρχίσουν τη μέθοδο αυτή, υποβάλλονται σε εκπαίδευση
για να μάθουν να προσαρμόζουν την ινσουλίνη που χρειάζονται, σύμφωνα με το
τι τρωνε.
Σε κλινικές δοκιμές που έγιναν με ασθενείς που εφάρμοσαν τη μέθοδο
αυτή, τα αποτελέσματα ήταν πολύ καλύτερα σε σύγκριση με ασθενείς που
ακολουθούσαν την παραδοσιακή μέθοδο.
Δεν παρατηρήθηκαν επεισόδια υπογλυκαιμίας, ούτε άλλες επιπλοκές στην
ομάδα με την ελεύθερη διατροφή.
Οι δείκτες παρακολούθησης του διαβήτη στο αίμα, όπως η γλυκόζη και η
αιμοσφαιρίνη με γλυκόζη (HbA1c), δεν έδειξαν
διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων.
Αντίθετα οι ασθενείς που ακολούθησαν τη νέα μέθοδο, δήλωσαν ότι
υπήρξε μια δραματική βελτίωση στη ζωή τους. Το γεγονός ότι μπορούσαν
να τρωνε ελεύθερα και οι ίδιοι να προσαρμόζουν την ινσουλίνη τους,
επιδρούσε σημαντικά στη ψυχολογία τους.
Επιπρόσθετα από την ευχαρίστηση που ένιωθαν και την αλλαγή προς το
καλύτερο του τρόπου ζωής τους, με τη νέα μέθοδο, ακολουθούσαν πολύ πιο
ορθά τη θεραπεία τους.
Οι Άγγλοι και Γερμανοί ερευνητές, είναι πεπεισμένοι ότι, η νέα αυτή
προσέγγιση θα έχει σημαντικό ευεργετικό αντίκτυπο, τόσο στην ποιότητα ζωής
των ασθενών με διαβήτη τύπου 1 όσο και στη μείωση των μακροχρόνιων
επιπλοκών, που προκαλεί ο διαβήτης.
Εκείνο που πρέπει να γίνει τώρα είναι η εφαρμογή της μεθόδου σε
μεγαλύτερους αριθμούς διαβητικών, για να τεκμηριωθούν τελεσίδικα οι
αξιόλογες θετικές της επιδράσεις.